-
1 κατά-δεσμος
κατά-δεσμος, ὁ, Band, Verband, nach Phryn. 292 besser als ἐπίδεσμος; bes. Zauberband, Zauberknoten, Behexung durch Knüpfung eines Knotens, Plat. Rep. II, 364 c; καὶ φαρμακεῖαι Artemid. 1, 77; vgl. Phryn. in B. A. 27, 6.
-
2 ἐπ-ίσχω
ἐπ-ίσχω (s. ἴσχω), = ἐπέχω, anhalten, zurückhalten, ἐπίσχετε ϑυμὸν ἐνιπῆς καὶ χεῖρας Od. 20, 266, was freilich auch imper. aor. II. von ἐπέχω sein kann; οὐδέν μ' ἐπίσχει Eur. I. T. 919; τόδε γ' οὐδὲν ἐπίσχει Thuc. 3, 45; φαρμακεἷαι ἐπίσχουσι τὴν διάῤῥησιν Plat. Legg. XI, 932 e, vgl. Phil. 45 d; – hinhalten, hinlen Ken, auf Einen zu, τί νυ νῶϊν ἐπίσχετον ὠκέας ἵππους Hes. sc. 350, wie Il. 17, 465. – Intrans., sich enthalten, ἆρ' οὖν οὐκ ἐπίσχει τότε τοῦ γίγνεσϑαι πρεσβύτερον Plat. Parm. 152 b; vgl. Phsedr. 257 c; innehalten, schweigen, Eur. El. 758. – Med. an sich halten, ἐπισχόμενος ἐξέπιε, in einem Zuge, den Athem an sich haltend, trank er aus, Plat. Phaed. 117 c. Vgl. ἐπέχω.
См. также в других словарях:
φαρμακεία — (Νομ.). Η χρησιμοποίηση δηλητηρίων για τη διάπραξη εγκλήματος. Κατά τον Ποινικό Νόμο όλων των πολιτισμένων κρατών, η φ. αποτελεί αδίκημα του οποίου η ποινή φτάνει έως την καταδίκη σε θάνατο. Οι αρχαίοι μεταχειρίζονταν δηλητήρια φυτικά, ζωικά ή… … Dictionary of Greek